Μέσα μου παίζουν δυο παιδιά. Διαφορετικά και ίδια. Δεν ξέρω τα ονόματα τους. Τα ακούω συχνά να τρέχουν και να γελούν, να κλαίνε και να θυμώνουν, να μαλώνουν μεταξύ τους. Μα αγαπιούνται στα αλήθεια.
Στα διλήμματα μου, μου πιάνουν την κουβέντα και μου μιλούν με τις ώρες, καμιά φορά μέχρι να ξημερώσει. Και έχουν τόσο διαφορετικές γνώμες. Ακούω τις φωνές τους να υψώνονται και τα μαλώνω, μα δεν σωπαίνουν, παιδιά είναι και τους τα συγχωρώ όλα.
Είναι και τα δύο πεισματάρικα και θέλουν να περνά το δικό τους και εγώ μένω και τα προσέχω εκστατική. Το ένα μου φωνάζει, με προστάζει, "πήγαινε", "νιώσε", "μη φοβάσαι να δώσεις", "μην είσαι δειλή". Και είναι τόσο πειστικό το άτιμο. Το άλλο μου μιλά πάντα με ψιθύρους, "πρόσεχε", "φύγε", "μη!", "όχι", "θα πληγωθείς" και σε κάθε του φράση μου επαναλαμβάνει "για το καλό σου". Τα αγαπώ και δύο. Το ένα με την καρδία και το άλλο με το μυαλό. Το ένα με τους πόθους και το άλλο με τους φόβους. Μα δεν γίνεται να τα ακολουθώ και τα δύο. Η ζωή είναι γεμάτη σταυροδρόμια. Πρέπει να επιλέξεις τον δρόμο σου, πρέπει να ακολουθήσεις μια κατεύθυνση. Και εγώ στην αρχή παραπατώ, προσπαθώ να ακροβατήσω μα δεν γίνεται. Δεν μπορείς πάντα να περπατάς σε τεντωμένο σκοινί. Πρέπει να διαλέξεις πορεία.
Στους δρόμους της ζωής δεν υπάρχουν ταμπέλες, δεν υπάρχουν χάρτες. Μόνο ανηφόρες και κατηφόρες, στροφές και ευθείες. Και είναι κάτι δρόμοι που τα έχουν όλα. Μα δεν σε νοιάζει η πορεία, αλλά η κατάληξη. Η τελευταία στροφή. Οι τελευταίες εντυπώσεις.
Και εγώ πρέπει να επιλέγω, με τα μάτια κλειστά , ακούγοντας μόνο τις φωνές των δύο παιδιών, το δρόμο που θα πάρω. "Δεξιά!" μου λέει το ένα! " Τι δεξιά καλέ;;; Αριστερά θα πάμε" μου λέει το άλλο. Και εγώ σωπαίνω και παίζω το παιχνίδι τους. Μαντεύω τη φωνή που είναι πιο δυνατή και πορεύομαι.
Στο τελευταίο μας ταξίδι, το λογικό παιδί δεν ακούστηκε καν. Το φίμωσε το άλλο με χρυσές κορδέλες. Το νανούρισε γλυκά και εκείνο έπεσε σε ύπνο βαθύ. Μόνο τα παραμιλητά του άκουγα... και ένιωθα τις σπασμωδικές του κινήσεις μέσα απ' τον γλυκό του λήθαργό. Και μου ψιθύριζε μέσα από τα δόντια το "όχι" και το "πρόσεχε" και εγώ περιφρονούσα. Μου έφτανε το παιχνίδι με το άλλο... το κυνηγητό, το κρυφτό, η παντομίμα. Όλα τα παίξαμε ενώ το άλλο κοιμόταν. Πόσο γελάσαμε, πόσο φωνάξαμε από χαρά... Μια χαρά απλή, παιδική, ανεπιτήδευτη. Πόσο την απολαύσαμε αυτή τη χαρά. Μια ευτυχία από άκρη σ' άκρη. Ανοίγαμε τα μάτια μας το πρωί και νιώθαμε την ευτυχία στο κάθε τι. Στα πιο απλά πράγματα. Στο χαμόγελο της καλημέρας, στο φλιτζάνι του καφέ, στα τυχαία βλέμματα, στο άρωμα στο λαιμό. Εκεί ήταν η ευτυχία. Σε λίγες σταγόνες άρωμα στο λαιμό Εκείνου. Στη ζεστασιά των χεριών του.
Και το μικρό παιδί τα κοιτούσε όλα αυτά με τόσο θαυμασμό και καμιά φορά βούρκωνε από το ανεξήγητο των συναισθημάτων. Το πρωτόγνωρο των αισθήσεων. Και τράβαγε το φόρεμα μου και μου έλεγε "Κι άλλο παιχνίδι...Μην τελειώσει αυτό το παιχνίδι!" και εγώ του έκανα όλα τα χατίρια και χαμογελούσα. Και μου έλεγε κάθε βράδυ ότι μπορεί τα πάντα πια... να πιάσει τα αστέρια, να βουτήξει στους πιο μακρινούς ωκεανούς, να παίξει με κάθε κύμα, να αγγίξει τον ήλιο. Στα αλήθεια τα πίστευε.
Μα μέρα με τη μέρα... το άρωμα στο λαιμό εξατμίστηκε, η καλημέρα πνίγηκε στην καληνύχτα, το φλιτζάνι έσπασε, τα χαμόγελα έγιναν τυπικά, τα χέρια πάγωσαν. Ήρθε με δάκρυα και μου παραπονέθηκε...
-Γιατί άλλαξαν όλα;
-Γιατί αλλάζουν οι άνθρωποι, του είπα.
-Φταίω εγώ;
Μου ξεστόμισε μέσα απ τους λυγμούς του το μικρό παιδί.
- Αυτός που αγαπάει, δεν φταίει.
Του απάντησα και του χάιδεψα τα μαλλιά.
-Μήπως δεν έδωσα πολλά;
- Για σένα κράτησες κάτι;
Το ρώτησα τρυφερά.
-Μόνο το παιδί της λογικής, που κοιμάται.
-Ξύπνησε το, του είπα.
Έτρεξε και το ξύπνησε με δάκρυα στα μάτια.
- Ξύπνα, του φώναξε, σε έχω ανάγκη!
-Τι συμβαίνει; του είπε το άλλο νυσταγμένο.
- Μόνο εσύ μπορείς να με γιατρέψεις...
- Πονάς;
-Από αγάπη...
- Πού;
-Παντού και Βαθιά..
- Γιατί με κοίμησες;
-Για να ζήσω.
-Γιατί με ξύπνησες;
-Για να σωθώ.
- Θα σε σώσω... Τι νιώθεις;
- Ότι τον αγαπώ με ένα παθιασμένο μίσος, και ότι τον μισώ με μια απέραντη αγάπη.
- Θα σε κάνω να ξεχάσεις...
- Φοβάμαι.
- Θα σου λέω ιστορίες για τα μέρη που μπορείς να φτάσεις, κάθε βράδυ.
- Χωρίς αυτόν;
- Χωρίς...
- Μπορώ;
-Κοίτα τα φτερά σου... Έγιναν πιο δυνατά...!
- Έχεις τόσο δίκιο... Δεν θα σε ξανακοιμήσω... Θα σε ξεγελάω μόνο, λογική μου...
-Το υπόσχεσαι;
- Το υπόσχομαι...!
- Κράτησε το χέρι μου...
Και τα παιδιά παίζουν και πάλι αγαπημένα στην αυλή μου.
Τα κοιτάζω τα βράδια κρυφά, να μεγαλώνουν και να δυναμώνουν.
Το ένα να γιατρεύει τις πληγές του άλλου.
Μαζί τους γιατρεύομαι και εγώ...
Έμαθα και τα ονόματα τους.
Καρδιά και Λογική.
5 σχόλια:
...αφουγγράζομαι το γέλιο και το ποδοβολητο των παιδιών...η καρδιά και η λογική... τρέχουν σε χωματένιους δρόμους.. παίζουν με την αέρινη μπάλα ..ετσι απλά !!! όμορφη.. γλυκεια στιγμή..γευονται την χαρά του .. παιχνιδιού...ετσι απλά !!!
.....Ετσι απλα Σ'ευχαριστω!!!
....ετσι απλα συμβαινουν ολα....
ισως,εμεις τα δυσκολευουμε μονο..
Γιαυτο, ας απολαυσουμε το ομορφο ποδοβολητο, το γελιο, το τρεχαλητο... π' αφουγγραζομαστε!!
Υπεροχη Ψυχη...
Εν αρχη, σ'ευχαριστω πολυ για την επισκεψη σου στο blog μου καθως και για το σχολιο σου!!!
Καλες γιορτες σου ευχομαι,
να'σαι καλα κι οτι επιθυμεις!
Power!!!
Δημοσίευση σχολίου